Μεταπηδήστε στο περιεχόμενο

Καλπροτεκτίνη

Καλπροτεκτίνη κοπράνων: ένας νέος δείκτης της εντερικής φλεγμονής

H καλπροτεκτίνη είναι μία πρωτεΐνη, που συναντάται στο κυτταρόπλασμα των ουδετερό-φιλων πολυμορφοπύρηνων, τα οποία είναι κύτταρα άμυνας του οργανισμού έναντι των βακτηρίων.

Η καλπροτεκτίνη ανευρίσκεται, σε μικρότερη ποσότητα και σε άλλα κύτταρα, όπως τα μονοκύτ-ταρα/μακροφάγα, τα ενδοθηλιακά κύτταρα, τα ηωσινόφιλα καθώς και σε ορισμένα επιθηλιακά κύτταρα.

Η καλπροτεκτίνη εκκρίνεται στον εξωκυττάριο χώρο μετά από την ενεργοποίηση ή το θάνατο των κυττάρων, στα οποία περιέχεται. Έτσι, μπορεί να ανιχνευθεί στο πλάσμα, τα ούρα, το βρόγχο-κυψελιδικό έκπλυμα, το σάλιο ή τα κόπρανα.

Οι ιδιότητες της καλπροτεκτίνης είναι πολλαπλές: η αντιμικροβιακή και αντιμυκητική άμυνα, η χημειοταξία, η ρυθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος και ακόμη η ευόδωση της απόπτωσης, η οποία αποτελεί τον προγραμματισμένο κυτταρικό θάνατο.   

Προσφάτως, έχει προταθεί η μέτρηση της καλπροτεκτίνης στην ποσοτική εκτίμηση της φλεγμονώδους αντίδρασης. Στο αίμα, τα επίπεδα της  συσχετίζονται με εκείνα της CRP, η οποία είναι ο δείκτης της φλεγμονής που χρησιμοποιείται ευρύτερα, στην καθημερινή κλινική πράξη.

Η καλπροτεκτίνη είναι χημικώς σταθερή και μπορεί εύκολα να μετρηθεί σε δείγμα κοπράνων, το οποίο φυλάσσεται σε θερμοκρασία περιβάλλοντος για αρκετές ώρες.

Το ενδιαφέρον από την μέτρηση της καλπροτεκτίνης, ως ενός «μη επεμβατικού» δείκτη της εντερικής φλεγμονής, ιδιαίτερα στις ιδιοπαθείς φλεγμονώδεις εντερικές νόσους (ΙΦΝΕ), έχει υποστηριχθεί από πολλές κλινικές μελέτες. Τα επίπεδα της καλπροτεκτίνης στα κόπρανα, συσχετίζονται τόσο με την αποβολή ραδιοσημασμένων λευκοκυτ-τάρων στα κόπρανα καθώς και με τις σήμερα χρησιμοποιούμενες κλίμακες ενδοσκοπικών και ιστολογικών αξιολο-γήσεων (scores)των ΙΦΝΕ.   

Ανάλογα με το testμέτρησης της καλπροτεκτίνης έχουν καθιερωθεί διαφορετικά «όρια» τιμών, τα οποία μπορούν με μεγάλη ακρίβεια να συμβάλλουν:

        Στην αρχική διάγνωση μίας εντερικής φλεγμονής

        Στη διαφορική διάγνωση μιας ΙΦΝΕ από μία λειτουργική διαταραχή, όπως το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου («σπαστική» κολίτιδα…)

        Στην ενίσχυση των ευρημάτων υπέρ μίας πιθανής νόσου του Crohnή μίας ελκώδους κολίτιδας

        Στην παρακολούθηση της πορείας και της ενεργότητας μιας ΙΦΝΕ

        Στην αξιολόγηση της αποτελε-σματικότητας της θεραπείας, η οποία ακολουθείται

        Στην επιλογή των ασθενών εκείνων που χρειάζεται να διερευνηθούν περαιτέρω με ενδοσκόπηση.

        Στη χρησιμοποίηση της ως δείκτη κατά τον έλεγχο του γενικού πληθυσμού (screening) για τον καρκίνο του παχέος εντέρου, ιδιότητα ωστόσο που είναι αμφιλεγόμενη και χρήζει περαιτέρω έρευνας.

Ωστόσο, η μέτρηση της καλπροτεκτίνης στα κόπρανα υπόκειται σε ορισμένους περιορισμούς: τα επίπεδα της παρουσιάζουν σημαντικές διακυμάνσεις στο χρόνο και εξαρτώνται σε ποικίλο βαθμό από τη διαπερατότητα του έντερου, το γενετικό υπόστρωμα, τη λήψη μη-στεροειδών αντιφλεγμονωδών και την αποίκιση του εντέρου από μικρόβια, δηλαδή από παράγοντες οι οποίοι στο σύνολο τους ευνοούν τη δίοδο των πολυμορφοπύρηνων κυττάρων στον εντερικό αυλό και επηρεάζουν τη συγκέντρωση της καλπροτεκτίνης στα κόπρανα.